Του Μάρκου Χαρίτου
Εδώ και αρκετές μέρες διεξάγεται ένας διάλογος γύρω από το συνέδριο που έλαβε χώρα στο Ταλίν της Εσθονίας (23/8/2017) με τίτλο: «Η κληρονομιά, στην Ευρώπη του 21ου αιώνα, των εγκλημάτων που διεπράχθησαν από κομμουνιστικά καθεστώτα». Σύμφωνα με τον Εσθονό υπουργό Δικαιοσύνης Urmas Reinsalu «Πρέπει να θυμόμαστε όλα τα θύματα όλων των ολοκληρωτικών και αυταρχικών δικτατοριών, όπως ζητά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο ψήφισμά του της 2ας Απριλίου 2009 σχετικά με την ευρωπαϊκή συνείδηση και τον ολοκληρωτισμό».
Το να περιμένει κανείς ότι η Εσθονία θα προσπαθούσε να κρατήσει κάποια ισορροπία και να τοποθετηθεί αντικειμενικά στο πλαίσιο των δύο ολοκληρωτισμών (ναζισμός/κομμουνισμός) -έτσι όπως ορίζεται στο ψήφισμα του Ευρωκοινοβουλίου- είναι κάπως δύσκολο. Η εμπειρία της δεν την βοηθάει, αφού επί πληθυσμού 1,13 εκατομυρίων (1938), το 6,1 % (69.000 άτομα) με τον ένα ή τον άλλο τρόπο βρέθηκε να υπηρετεί στις ναζιστικές ένοπλες δυνάμεις και δυνάμεις ασφαλείας (ιδ. Nigel Thomas, Carlos Caballero Jurado στο Germany’s Eastern Front Allies τομ. 2, Baltic Forces, Osprey Publishing, 2002, σελίδα 9 και εντεύθεν.) αντιπαρατέθηκε, μαζί με δυνάμεις της Wermacht και των SS, στην προέλαση του Σοβιετικού στρατού το 1944 και στελέχωσε, μεταξύ άλλων, την 20ή μεραρχία των Waffen SS (1η Εσθονική). Επιπλέον Εσθονοί συμμετείχαν και στην σύνθεση των Βορειοευρωπαίων Εθελοντών της 5ης μεραρχίας των Waffen SS (Wiking).
Παρατηρώντας, κανείς, την ανταλλαγή των επιστολών, μεταξύ Υπουργών Δικαιοσύνης Ελλάδας και Εσθονίας, εύκολα παρατηρεί ότι απουσιάζουν τελείως δύο βασικά στοιχεία.
Το πρώτο αφορά στην ιστορική πορεία της Αριστεράς και ιδιαίτερα τις φάσεις της πάλης ενάντια στον Φασισμό και τον Ναζισμό. Το ευρύ αυτό πολιτικό ρεύμα, που πήρε το όνομα του από την χωροταξία των πολιτικών δυνάμεων στις εθνοσυνελεύσεις στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης, πολύμορφο και πλούσιο σε παραγωγή ιδεών και κινημάτων αλλά και στην ανάδειξη ηγετικών προσωπικοτήτων, θα διέσχιζε αισιόδοξα τον 19ο αιώνα αν δεν γνώριζε, με την έναρξή του Α΄ Παγκ. Πολέμου, μία βαθύτατη διαίρεση και μια ακόμη βαρύτερη ηθική και πνευματική ήττα, όταν τα περισσότερα, μέχρι χθες αδελφά, τμήματα της Β΄ διεθνούς έσπρωξαν τα μέλη και τους οπαδούς τους στα χαρακώματα για να αλληλοσφαχτούν. Η γενικευμένη στρατιωτικοποίηση των κοινωνιών, η εμπειρία του μετώπου και των χαρακωμάτων, θα παίξει σημαντικό ρόλο στην ανάδυση του φασιστικού και ναζιστικού κινήματος.
Εκείνα τα χρόνια ο Λένιν, ένας Ρώσος διανοούμενος και πολιτικός ηγέτης, εξοπλισμένος με δύο θανάσιμα όπλα, τη θεωρία του επαγγελματικού επαναστατικού μηχανισμού και μία ορθή αποτίμηση του Ιμπεριαλισμού, θα καταφέρει (1917) να καβαλήσει το επαναστατικό κύμα, που δημιουργήθηκε στην, καταρρέουσα από την στρατιωτική ήττα, Ρώσικη Αυτοκρατορία και να θεμελιώσει ένα επαναστατικό καθεστώς, το οποίο στη συνέχεια θα κατάφερνε να υπερισχύσει όλων των άλλων ιστορικών ρευμάτων της αριστεράς, με εξαίρεση την σοσιαλδημοκρατία που ακολούθησε τον δρόμο της ενσωμάτωσης, διατηρώντας, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, κάποια από τα παλιά της χαρακτηριστικά (αυξημένη επιρροή στην εργατική τάξη, πίστη στο κοινωνικό κράτος κλπ) Τα ανωτέρω, φυσικά, ισχύουν στο μέτρο που το πεδίο αφορά στις χώρες που μπορούν να χαρακτηριστούν ως ευρωπαϊκές, υπό την ευρύτερη έννοια).
Ύστερα από 72 χρόνια, όταν το καθεστώς αυτό κατέρρευσε, συμπαρέσυρε μαζί του και την υπόθεση της αριστεράς στο πλαίσιο του Δυτικού κόσμου. Η μακρά ταύτιση, στις ευρωπαϊκές χώρες, της σοβιετικής κρατικότητας αλλά και διαρκέστερα του λενινιστικού κομματικού υποδείγματος με τις ανάγκες των κοινωνικών αγώνων, ούτε το σοβιετικό καθεστώς κατάφερε να κρατήσει στη ζωή, ούτε τα φυσιολογικά – τουλάχιστον κατά την θεωρία – επίπεδα ταξικής αγωνιστικότητας στις ευρωπαϊκές χώρες.
Πρωτύτερα, στα χρόνια που ο φασισμός αρχικά και ο ναζισμός στην συνέχεια, δεν είχαν ακόμη αναδειχθεί σε κρίσιμα ιστορικά μεγέθη, η παρέμβαση της ΕΣΣΔ, που είχε θέσει υπό τον έλεγχό της το σύνολο σχεδόν των ευρωπαϊκών κομμουνιστικών κομμάτων, μέσω της Γ΄ Διεθνούς, υπήρξε καταστρεπτική. Με τις αποφάσεις του 6ου συνεδρίου της (1928) στοιχειοθετήθηκε, η διαλυτική, για την ενότητα των ευρωπαϊκών λαών, απέναντι στο Φασισμό και στον Ναζισμό, θεωρία του Σοσιαλφασισμού. Όταν το 1935 υιοθετήθηκε η πολιτική των Λαϊκών Μετώπων ήταν πλέον αργά, καθώς, ήδη, υπήρχαν 2 κράτη φάροι του Φασισμού και του Ναζισμού και μια σειρά χλωμότερα αντίγραφά τους διάσπαρτα σε όλη την Ευρώπη και τον κόσμο, ενώ τα φασίζοντα κινήματα φούντωναν σε όλες της Δυτικές δημοκρατίες. Μεταξύ 1935 και 1939 το σοβιετικό καθεστώς όπως είχε εξελιχθεί με επικεφαλής τον Στάλιν κατάφερε να οδηγήσει τις Δημοκρατικές δυνάμεις σε μία επώδυνη ήττα στην Ισπανία, ενώ στην ΕΣΣΔ εκκαθάρισε το σύνολο των αξιωματικών του Κόκκινου Στρατού, από το επίπεδο του στρατάρχη μέχρι το επίπεδο του ταγματάρχη. Στρατιωτικοί του μεγέθους του Τουχατσέφσκι οδηγήθηκαν στην εξόντωση, για να βρεθεί ο Κόκκινος στρατός σχεδόν ακέφαλος την στιγμή της Ναζιστικής εισβολής, για να μην αναφερθούμε στην δραματικών διαστάσεων εξαφάνιση της παλαιάς φρουράς των μπολσεβίκων ή και ολόκληρων ΚΚ.
Το δεύτερο -εξαιρετικά σημαντικό, για τα ελληνικά πράγματα- στοιχείο που απουσιάζει, από την αλληλογραφία των Υπουργών, είναι η δυνατή αντήχηση των ελληνικών θυσιών στην μάχη κατά του Φασισμού και του Ναζισμού. Γράφει ο Εσθονός Υπουργός: “Τον 20ό αιώνα η μοίρα των δύο κρατών υπήρξε διαφορετική. Στην Εσθονία δεν χρειάζεται να είσαι ιστορικός για να γνωρίζεις τι συνέβη στην Ελλάδα κατά την διάρκεια της Ναζιστικής κατοχής. Για να φέρω ένα παράδειγμα η νουβέλα του Luis de Bernieres Το Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλλι έχει μεταφραστεί στα Εσθονικά, και το φιλμ που βασίζεται σ’ αυτό το βιβλίο το έχουν δει χιλιάδες συμπατριώτες μου”.
Με αυθόρμητο και απλοϊκό τρόπο περιγράφει μία πραγματικότητα: τι κυκλοφορεί και είναι ευρέως γνωστό στο πλαίσιο της Δυτικής κουλτούρας και ποια είναι η εικόνα που βγαίνει, για το τι συνέβη στην Ελλάδα κατά την διάρκεια του Β΄ Παγκ. Πολέμου. Ο 40χρονος Υπουργός αντλεί τις πληροφορίες του και διαμορφώνει την άποψή του από “Το Μαντολίνο του Λοχαγού Κορέλλι” και μάλιστα στην κινηματογραφική του εκδοχή, που προφανώς το κοινό, στην Εσθονία, γνώρισε από τις τηλεοπτικές προβολές.
Όλες οι χώρες με κάποιο τρόπο χρησιμοποιούν τον κινηματογράφο ή/και την τηλεόραση για να περάσουν απόψεις για την ιστορία ή την τρέχουσα πολιτική κατάσταση. Η Αγγλία του Brexit βλέπει στην τηλεόραση το σήριαλ SS-GB, δηλαδή πώς θα ήταν η Great Britain (Μεγάλη Βρετανία) αν νικούσαν οι Γερμανοί. Ετσι επανέρχεται σε χρήση και το παλιό της όνομα πριν το αλλάξει σε UK – Ηνωμένο Βασίλειο, για να μην ενοχλείται ο ευρωπαϊκός εταίρος Γαλλία που τα εδάφη της περιέχουν την Βρετάνη.
Στην Εσθονία γύρισαν το 2015 ένα φιλμ με τίτλο «1944» που περιγράφει την σύγκρουση των Εσθονών, που συμπολεμούσαν με του Ναζί, με τους Εσθονούς που συμπολεμούσαν με τους Σοβιετικούς.
Οι Πολωνοί το 2014, γύρισαν επίσης ταινία με τίτλο «Miasto 44» για να περιγράψουν την φρίκη της Εξέγερσης και της Καταστροφής της Βαρσοβίας από τους Γερμανούς, το 1944, αφήνοντας σαφείς υπαινιγμούς για την αδιαφορία των Σοβιετικών να προστρέξουν σε βοήθειά τους.
Η Δανία για να δοξάσει την «εξάωρη» αντίσταση της στα Ναζιστικά στρατεύματά στις 29 Απριλίου 1940 γύρισε το 2015 την ταινία «9. April». Η ταινία στοίχησε 22 εκατ. Στον αντίποδα για να φανεί ότι και οι Γερμανοί αδικήθηκαν, Γερμανοί παραγωγοί, συνέβαλαν σε μία συμπαραγωγή με Δανούς ύψους 37,5 εκατ. κορώνων με τίτλο «Land of Mine» που περιγράφει τα βάσανα και τις απώλειες των νεαρών γερμανών αιχμαλώτων πολέμου, οι οποίοι μετά τον πόλεμο υποχρεώθηκαν να καθαρίσουν της ακτές της Δανίας από τα εκατομμύρια νάρκες που έσπειραν εκεί οι Ναζί.
Αν λοιπόν δεν θέλεις η ιστορία του τόπου σου να γίνεται γνωστή ως φόντο στην σφαγή της Μεραρχίας Aqui το 1943 από τους Ναζί στην Κεφαλλονιά σε μία ταινία ευχάριστη, πλην όμως επικεντρωμένη στην ερωτική ιστορία και όχι στην ιστορική ακρίβεια, μια ταινία που παραλείπει να περιγράψει τα καθέκαστα της διάσωσης του “Λογαχού Κορέλι” (στην πραγματικότητα του υπολοχαγού Amos Pampaloni) από τους Αντάρτες του ΕΛΑΣ και τις μάχες που, ο ίδιος, έδωσε μέσα από τις τάξεις του εναντίον των Γερμανών.
Αν δεν θέλεις οι σαραντάχρονοι Εσθονοί να γνωρίζουν την Ελληνική Ιστορία από τις αφηγήσεις του ανεπαρκούς ιστορικά Luis de Bernieres, τότε, αντί να γράφεις γράμματα σε έναν Εσθονό Υπουργό, καλύτερα να φροντίζεις η κυβέρνησή σου να προωθεί το γύρισμα ταινιών με υπόθεση, ντοκυμανταίρ και τη συγγραφή και μετάφραση βιβλίων που δείχνουν την συμβολή της Ελλάδας στην νίκη κατά του Δυνάμεων του Άξονα. Με αυτόν τον τρόπο δεν θεραπεύεις μόνον τη μνήμη, αλλά βρίσκεις τον τρόπο να στριμώξεις και την Γερμανία που, 7 χρόνια τώρα, μας κουνά το δάχτυλο. Την υποχρεώνεις να αρχίσει να συζητά τι θα γίνει με αυτές τις απαράγραπτες πολεμικές επανορθώσεις και το κατοχικό δάνειο που μας χρωστά, αλλά που έχουμε το τακτ να μην το υπενθυμίζουμε με άκομψο τρόπο. Στη θέση των περίτεχνων διπλωματικών δηλώσεων, ας βάλουμε ταινίες για την πείνα, τον πληθωρισμό της κατοχής και την σχέση τους με το κατοχικό δάνειο, για την ολοσχερή καταστροφή των υποδομών της χώρας, για τα εκατοντάδες καμένα χωριά, για τις σφαγές των αμάχων, για τους εκτελεσμένους, για τους αγώνες που ξεκίνησαν στην Ελλάδα τον Οκτώβρη του 1940 όταν η Αγγλία ήταν το μόνο κράτος που προέβαλε αντίσταση.
Οι γενιές του πολέμου έφυγαν ή φεύγουν, ελάχιστα πλέον από αυτά τα γεγονότα αποτελούν μέρος των εμπειριών ή των γνώσεων του ευρωπαϊκής ή της παγκόσμιας κοινής γνώμης.
Όποιος προλάβει λέει την δική του εκδοχή των γεγονότων και, ελλείψει αντιλόγου, τα πάντα είναι δυνατά, ακόμη και η πλήρης ανακατασκευή του παρελθόντος, προοίμιο για την μορφή του μέλλοντος.
Πηγή: https://www.presspublica.gr/lochagi-mantolina-chores-pou-grafoun-tin-istoria-tous/