Του Μάρκου Χαρίτου
(Το κείμενο αυτό αποτέλεσε εισήγηση στο 2ο Πανελλήνιο Συνέδριο με Διεθνή συμμετοχή που πραγματοποιήθηκε στις 13-15 Σεπτεμβρίου 2013 στην Άνω Βιάννο, με διοργανωτές την Ένωση Θυμάτων Ολωκαυτώματος Δήμου Βιάννου, τον Δήμο Βιάννου και την Περιφέρεια Κρήτης).
Το θέμα των Γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα ύστερα από μία πολυετή περίοδο που βρέθηκε στην αφάνεια και στο περιθώριο, έχει πλέον βρεθεί στο κέντρο του ενδιαφέροντος της Ελληνικής κοινής γνώμης ύστερα από πολυετείς αγώνες. Tο Εθνικό Συμβούλιο Διεκδίκησης των Οφειλών της Γερμανίας προς την Ελλάδα, ο αείμνηστος Ιωάννης Σταμούλης, αλλά και η δράση πλήθους αγωνιστών στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, έφερε μία ξεχασμένη υπόθεση στο προσκήνιο, τουλάχιστον όσον αφορά στην ελληνική κοινή γνώμη και την ελληνική πολιτική ελίτ, ενώ πλέον απασχολεί και την γερμανική πολιτική ελίτ.
Οι όροι αυτής της επιτυχίας θα μπορούσαν να κατηγοριοποιηθούν ως εξής:
Όλα τα ανωτέρω επιδιώχθηκαν και αναδείχθηκαν με την δράση και τις πρωτοβουλίες μη κυβερνητικών φορέων, ακόμη και μεμονωμένων ατόμων έχοντας σε πολλές περιπτώσεις την επίσημη πολιτεία και τα όργανα της απέναντι, πράγμα που δείχνει ότι μία πιθανή μαχητική προσχώρηση της ελληνικής κυβέρνησης και του ελληνικού κράτους στην πλευρά αυτών που διεκδικούν θα είχε πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, με την προϋπόθεση βέβαια ότι η προσχώρηση αυτή θα ήταν ειλικρινώς διεκδικητική.
Σε κάθε περίπτωση η δράση των μη κυβερνητικών φορέων ελληνικών ή μη είναι απαραίτητη, ακόμη και στην περίπτωση που η κυβερνητική δράση θεωρηθεί δεδομένη.
Αντλώντας πείρα από μία πετυχημένη πορεία διεκδίκησης μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι οι διεθνείς Εβραϊκές οργανώσεις και οι θεσμοί κάθε είδους, το κράτος του Ισραήλ και οι κατά τόπους ισραηλιτικές κοινότητες, αποτελούν ένα ενιαίο δυναμικό σύνολο που έθεσε, θέτει και θα θέτει το θέμα της Γερμανικής ευθύνης έναντι των θυμάτων της Ναζιστικής θηριωδίας, με σταθερότητα και επιμονή που δεν απομειώνεται λόγω της χρονικής απομάκρυνσης από τα φρικτά ιστορικά δεδομένα.
Αναλύοντας αυτή την πετυχημένη στρατηγική βλέπουμε το μέγεθος και την σημασία του μεριδίου που κατέχει η επικοινωνιακή προσπάθεια μέσα στο ευρύτερο σύνολο δράσεων και ενεργειών.
Είναι αδύνατο να μας διαφύγει το πλήθος των δημιουργημάτων που ανήκουν στην σφαίρα του πνεύματος και του πολιτισμού, όσο και η όσμωση με τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, μέσω των οποίων γνωστοποιείται τεκμηριώνεται και καθιερώνεται η πραγματικότητα του Εβραϊκού Ολοκαυτώματος.
Είναι προφανής ο όγκος, η διάδοση αλλά και η διαρκής επαφή με την διεθνή κοινή γνώμη. Λογοτεχνικά και θεατρικά έργα, απομνημονεύματα, ιστορικά έργα, κινηματογραφικές ταινίες με υπόθεση ή ντοκυμανταίρ, φωτογραφικό υλικό, μουσικά έργα, μουσεία, ψηφιοποιημένο υλικό κλπ
Ο ελληνικός διεκδικητικός αγώνας μετά την Χάγη πρέπει πλέον να εισέλθει σε μία νέα φάση, πράγμα που σημαίνει ότι η εκπόνηση μιας επικοινωνιακής στρατηγικής είναι πλέον απαραίτητη. Έχοντας κινητοποιήσει σε σημαντικό βαθμό την ελληνική κοινή γνώμη, που περισσότερο ή λιγότερο έχει κάποια αντίληψη για το θέμα, ένα από τα επόμενα βήματα πρέπει είναι η πληροφόρηση, η ευαισθητοποίηση και η καθιέρωση των ελληνικών αιτημάτων ενώπιον της διεθνούς κοινής γνώμης.
Μία επικοινωνιακή στρατηγική χρειάζεται έναν κεντρικό θεματικό πυρήνα που να ορίζει τα βασικά θέματα που κατ’ ελάχιστον πρέπει να αναδειχθούν, να τεκμηριωθούν και να διαδοθούν, έτσι ώστε βαθμιαία να καταστούν αυτονόητα, χτίζοντας έτσι την ηθική βάση για τις μελλοντικές νομικές ή διπλωματικές ενέργειες.
Απαραίτητη είναι η ποσότητα και η ποικιλία των έργων και των μορφών επικοινωνίας καθώς και η αξιοποίηση εναλλακτικών τρόπων προσέγγισης της διεθνούς κοινής γνώμης, έτσι ώστε να μην υπάρχει απώλεια του ενδιαφέροντος εξ αιτίας της επαναλαμβανόμενης χρήσης του ίδιου και του ίδιου επικοινωνιακού υλικού.
Όλα αυτά βέβαια απαιτούν, ανάλογα με το είδος του μέσου επικοινωνίας που θα χρησιμοποιηθεί, διαφορετικούς σε ύψος προϋπολογισμούς, άρα και σχέδιο συγκέντρωσης και αντίστοιχα αξιοποίησης των πόρων που θα συγκεντρωθούν ή θα διατεθούν – αν εν τέλει υπάρξει η ευκταία εμπλοκή του ελληνικού δημοσίου.
Ιχνογράφηση του πλαισίου για την εκδίπλωση μιας επικοινωνιακής στρατηγικής
Ολοκληρώνοντας μια αρχική σκιαγράφηση των αναγκαίων βημάτων για την εκπόνηση μιας επικοινωνιακής στρατηγικής παραθέτουμε κάποια στοιχεία που μπορούν να συμβάλουν στην συγκρότηση του βασικού θεματικού πυρήνα και παράλληλα παραθέτουμε στοιχειώδη τεκμηρίωση σχετικά με την αναζωπύρωση της αντιναζιστικής θεματολογίας στην βορειοευρωπαϊκή κινηματογραφική παραγωγή των τελευταίων ετών. Η στροφή του ενδιαφέροντος αφορά ακόμη και σε χώρες που δεν γνώρισαν την γερμανική κατοχή ενώ γενικότερα στις συγκεκριμένες περιπτώσεις η ένταση και σκληρότητα της γερμανικής κατοχής ήταν ποσοτικά και ποιοτικά σε τελείως διαφορετικό επίπεδο από την αντίστοιχη ελληνική εμπειρία.
Θεματικός πυρήνας
1. Προοιμιακά πρέπει να επισημάνουμε την διαχρονικά παντελή απουσία οποιασδήποτε εχθρικής ενέργειας, ακόμη και με τις πλέον διασταλτικές ερμηνείες, που θα μπορούσαν να τεκμηριώσουν επιβουλή ή εισβολή σε γερμανικά εδάφη εκ μέρους κρατικών οντοτήτων που συνδέονται με την ελληνική ιστορική διαδρομή, αντίθετα οι εισβολές γερμανικών φύλων στον ελλαδικό χώρο ή ευρύτερα στην Βυζαντινή επικράτεια συνδέονται με μείζονες καταστροφές.
2. Η σύγκριση της πολιτικής της ναζιστικής Γερμανίας με την πολιτική της Γερμανίας στα χρόνια του τελευταίου Κάιζερ αναδεικνύει την ύπαρξη μιας κοινότητας στόχων και μεθόδων. Η ενεργός εμπλοκή της Γερμανικής στρατιωτικής αποστολής υπό τον Λίμαν φον Σάντερς, κατά την διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, υπήρξε καταφανώς εχθρική και υπεύθυνη για εκτοπισμούς ελληνικών πληθυσμών της οθωμανικής αυτοκρατορίας που είχαν ξεκάθαρα χαρακτηριστικά γενοκτονίας και εθνοκάθαρσης.
3. Η απαγωγή και ο εγκλεισμός σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Γκαίρλιτς[2] του Α΄ σώματος στρατού που παραδόθηκε αμαχητί στα γερμανοβουλγαρικά στρατεύματα το 1915, όταν η Ελλάδα ήταν ακόμη ουδέτερη χώρα, αποτελεί μία εν πολλοίς άγνωστη πλην όμως ενδεικτική περίπτωση γερμανική αντιμετώπισης του ελληνικού λαού και των συμφερόντων του, κατά την διάρκεια του 20ου αιώνας, πολύ πριν ο ναζισμός κάνει την εμφάνισή του.
4. Πολύ πριν την εμφάνιση του ναζισμού οι επιλογές του τελευταίου Κάιζερ και της γερμανικής πολιτικής ελίτ αντιμετώπισαν το ελληνικό λαό σαν εμπόδιο στην προς Ανατολάς πορεία του 2ου γερμανικών Ράιχ, πράγμα που με συνέπεια έπραξε και το 3ο.
Αντιναζιστικές ταινίες στην πρόσφατη βορειοευρωπαϊκή φιλμογραφία.
Απέναντι στην παντελή σχεδόν έκλειψη ελληνικών ταινιών με θέμα την κατοχή και τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στα χρόνια της μεταπολίτευσης έχει ενδιαφέρον η στροφή σε σχετική θεματολογία στις χώρες της Βορείου Ευρώπης που κατά συνθήκη θεωρούνται «φιλογερμανικής» τοποθέτησης εντός του πλαισίου των συσχετισμών που ισχύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια.
Η τεράστια εμπορική επιτυχία αυτών του ταινιών δείχνει το αμείωτο ενδιαφέρον του κοινού για μία ιστορική περίοδο που η γερμανική πλευρά (ή η πλευρά των δοσιλόγων) έχει κάθε λόγο να την θεωρεί κλειστή και τελειωμένη.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει σε κάθε περίπτωση η αναμόχλευση του καυτού θέματος της συνεργασίας των ντόπιων πολιτικών ή οικονομικών ελίτ με τους ναζί, θέμα που έχει ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον όταν αφορά σημαντικό τμήμα της μυθοπλασίας της Σουηδικής ταινίας TheGirlwiththeDragonTattoo αφορά δηλαδή σε μία ουδέτερη χώρα αναδεικνύοντας όμως μία άλλη σκοτεινή πλευρά της πρόσφατης ιστορίας.
Danish
Flammen & Citronen, 2008, του Ole Christian Madsen
Dutch
Black Book (Zwartboek), 2006, του Paul Verhoeven
[Soldier Of Orange (Soldaat van Oranje), 1977. Ο Paul Verhoeven ασχολήθηκε με παρόμοια θεματολογία και κατά την έναρξη της καριέρας του πριν μετακομίσει στο Holywood]
Winter in Wartime (Oorlogswinter), 2008, του Martin Koolhoven
Norwegian
Max Manus, 2008, των Espen Sandberg and Joachim Rønning
Swedish
The Men Who Hate Women (Män som hatar kvinnor), 2009, του Niels Arden Oplev, περισσότερο γνωστή ως The Girl with the Dragon Tattoo, η ταινία βασίστηκε στο πρώτομέρος (2005) της μυθιστορηματικής σειράς The Millennium series του Stieg Larsson που έχει σημειώσει πωλήσεις εκατομμυρίων αντιτύπων, το 2011 κυκλοφόρησε το χολυγουντιανό ρημέικ σε σκηνοθεσία του David Fincher, ενώ στη Σουηδία γυρίστηκαν 2 συνέχειες της ταινίας βασισμένες στα επόμενα 2 μυθιστορήματατης σειράς: The Girl Who Played with Fire (Flickan som lekte med elden) (2006), The Girl Who Kicked the Hornets’ Nest (Luftslottet som sprängdes, literally, the air castle that was blown up) (2007).
The Men Who Hate Women (Män som hatar kvinnor), 2009, περισσότερο γνωστή ως The Girl with the Dragon Tattoo
[1] Πρέπει να παρατηρήσουμε ότι σε αρκετές περιπτώσεις η χρήση του όρου γενοκτονία γενικά ή του επιθέτου μαρτυρικός-ική ειδικά σε σχέση με πόλεις ή χωριά, περιγράφει ακριβέστερα τα πραγματικά γεγονότα.
[2] Βλέπε το κείμενο: Το ξεχασμένο παρελθόν των ελληνογερμανικών σχέσεων, ήττα και μνήμη. Στο: