Του Μάρκου Χαρίτου
1. Το πρόβλημα της ανάδειξης νέων ηγετικών ομάδων
Ένας πλατιά διαδεδομένος μύθος αποδίδει ειδικές ευθύνες στην λεγόμενη γενιά του Πολυτεχνείου για τα σφάλματα της μεταπολίτευσης. Όμως ακριβώς αυτός ο μύθος θέλει να μας κάνει να ξεχάσουμε ότι η γενιά του Πολυτεχνείου δεν μπόρεσε να διαρρήξει το κέλυφος των παραδοσιακών πολιτικών κομμάτων και να κάνει ένα δικό της ξεκίνημα. Οι πριν το 2004 πρωθυπουργοί δεν είχαν καμία σχέση με την γενιά του Πολυτεχνείου και οι μετά το 2004 δεν θα μπορούσαν να περιγραφούν ως χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι αυτής της γενιάς ακόμη και αν ηλικιακά λίγο πολύ ανήκουν σε αυτή.
Παραδοσιοκρατική και πιασμένη στην μέγγενη του πελατειακού συστήματος η ελληνική κοινωνία δεν βρήκε το σθένος να διαρρήξει τους δεσμούς που την έδεναν και να αναδείξει νέες ηγετικές ομάδες μετά το 1974, οι ηγεσίες αναδείχθηκαν είτε μέσα από ολιγαρχικές οικογενειοκρατίες δομές είτε μέσα από τους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς των κομμάτων της αριστεράς. Στο πλαίσιο των αριστερών μηχανισμών της μεταπολίτευσης ότι το νέο τσακίστηκε, εξοβελίσθηκε, τέθηκε στο περιθώριο, υπέστη την χλεύη και κάποιες φορές ακόμη και την γελιοποίηση. Για την αναπηρία της αλλαγής του 1981 σημαντικό μερίδιο ευθύνης έχουν οι κατασταλτικοί και πειθαρχικοί μηχανισμοί των κυρίαρχων αριστερών κομμάτων που κατατιθάσευσαν το κίνημα της νεολαίας και της εργατικής τάξης την περίοδο της πρώιμης μεταπολίτευσης, με ιδιαίτερη δε ένταση από το 1977 έως αρχές του 1980
.Η «ολική επαναφορά» που ξεκίνησε με την ανάδειξη (1997) του Κώστα Καραμανλή στην ηγεσία της Ν.Δ. δείχνει με καθαρότητα το πόσο βαθιές είναι οι ρίζες της ολιγαρχίας και των κυρίαρχων δομών εξουσίας στο τόπο μας.
Η περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα δεν συναντά κάτι ανάλογο στην ιστορία της Ελληνικής αριστεράς, όχι τόσο στον τρόπο της αρχικής του ανάδειξης όσο στο γεγονός ότι στην αντιπαράθεση με το παλιό, το νέο επέλεξε την σύγκρουση και κατάφερε να κερδίσει και μάλιστα με όρους εσωκομματικής διαμάχης, ακόμη μένει να δούμε αν η αλλαγή αυτή θα μπορέσει να επηρεάσει, να συμβαδίσει, να πυροδοτήσει, να σημάνει, την εκκίνηση της τόσο αναγκαίας διαδικασίας ανάδειξης νέων ηγετικών ομάδων και προσωπικοτήτων σε διαρκή διάλογο με τα κοινωνικά κινήματα, μακριά και πέρα από τα δεδομένα των κομματικών γραφειοκρατικών δομών, ισορροπιών και ιδεοληψιών.
Η προσπάθεια του Ελληνικού λαού να ψηλαφίσει δομές αυτοοργάνωσης και άμεσης δημοκρατίας, δεν συμβαδίζει ακόμη με την ανάδειξη νέων ηγετικών ομάδων και προσωπικοτήτων, η ολιγαρχία ξέροντας ότι δεν μπορεί να ελέγξει το παιχνίδι, ρίχνει το βάρος της στο να επηρεάσει την διαδικασία ανάδειξης ηγεσιών και σ’ αυτό είναι πολύπειρη και πανούργα, αντίθετα από τους κατ’ επάγγελμα χασογκόλιδες της αντίπερα όχθης, η ολιγαρχία ξέρει να χτυπά στο κεφάλι και όταν χρειάζεται να το κόβει.
2. Ποιο είναι το σωστό δίλημμα
Δύο είναι τα κυρίαρχα διλήμματα στην εποχή μας: α) ναι ή όχι στα μνημόνια και β) ναι ή όχι στο ευρώ, δίλημμα που μπορεί να φθάσει μέχρι και το ναι ή όχι στην Ευρώπη.
Η πρώιμη μεταπολίτευση κινήθηκε στην σκιά του δόγματος ανήκομεν εις την Δύσιν, στο οποίο η Ν.Δ. έδωσε μια πιο ευρωπαϊκή απόχρωση, από απέναντι η απάντηση σχηματοποιήθηκε στο σύνθημα ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο. Εσωτερικά στο χώρο της Αριστεράς κυριάρχησαν τα διλήμματα: Ευρώπη (των λαών) και Ευρωκομμουνισμός ή πολιτική και ιδεολογική προσήλωση στην Σοβιετική Ένωση και με λιγότερη απήχηση το δίλημμα Σοβιετική Ένωση ή Κίνα, το νεότευκτο τότε ΠΑΣΟΚ προσπάθησε να σερφάρει στο κύμα του κυρίαρχου συνθήματος ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο, ταυτόχρονα όμως προτείνοντας μία πολιτική που αναζητούσε ερείσματα στον χώρο των αδεσμεύτων.
Λίγο πριν την αλλαγή του 1981 η Ν.Δ. έθεσε την χώρα στην τροχιά της Ευρωπαϊκής ενοποίησης, εκπέμποντας έναν μεταπολεμικών εμμονών φιλοευρωπαϊκό λόγο, που έμελε να βρει το όριο του μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλόκ και την γερμανική ενοποίηση, η αριστερά για μία ακόμη φορά έπεσε έξω, είτε στα ευρωπαϊκά, είτε στα σοβιετικά, είτε στα κινεζικά της οράματα, ενώ η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ έδειξε ότι απλώς σερφάριζε επιδέξια, για να καταφέρει τελικά να αποδομήσει τον δεύτερο πυλώνα της κυρίαρχης αριστερής στρατηγικής που αφορούσε την ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Η ιστορική πείρα και οι δραματικές ανατροπές των προηγούμενων διλημμάτων επιβάλλουν να διακρίνουμε ότι:
α. το όχι στο μνημόνιο, το εκφωνούν, για τους δικούς τους λόγους, πολιτικές δυνάμεις και κοινωνικά στρώματα που είτε δεν ταυτίζονται με την δημοκρατία, είτε δεν επιθυμούν να διαρρήξουν το πελατειακό – ολιγαρχικό κέλυφος,
β. το νέφος της ρητορικής ενάντια στο Ευρώ (που στο βάθος υποκρύπτει απομονωτισμό έναντι του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι) δεν μας αφήνει να θέσουμε σε πρώτη προτεραιότητα το κρίσιμο ερώτημα: ποιαν Ευρώπη θέλουμε και τι μπορούμε να κάνουμε γι’ αυτό. Σήμερα (όσο ποτέ άλλοτε τα τελευταία 200 χρόνια) το περιβάλλον στην Ανατολική Μεσόγειο επιβάλει την εκ μέρους μας εκπόνηση μιας δυναμικής στρατηγικής Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Καθίσταται αναγκαία η συγκρότηση μίας νέας εθνικής αφήγησης που θα προσδιορίσει ένα νέο ευρωπαϊκό όραμα καθώς και τις συμμαχίες και τις πολιτικές που χρειάζονται για την επίτευξη του. Ανάμεσα στον απομονωτισμό και στην ενδοτικότητα υπάρχουν και άλλες αποχρώσεις.
Η παρούσα κρίση και οι Γερμανικές εμμονές αργά ή γρήγορα θα οδηγήσουν σε συμμαχίες για να αντιμετωπισθεί τόσο η κρίση όσο και το ανέφικτο Γερμανικό Imperium.
Ο Μεσογειακός άξονας είναι εξαιρετικά εύκολο να επιτευχθεί, η Τσεχία και ακόμη περισσότερο η Πολωνία, στον χώρο της Μεσευρώπης, δυνητικά μπορούν να προσχωρήσουν σε ένα μέτωπο περιστολής της Γερμανικής επιθετικότητας, η Γαλλία κάποια στιγμή θα αντιδράσει αν δεν θέλει να μετατραπεί σε ενδοχώρα της Γερμανικής απληστίας, αλλά ακόμη και παραδοσιακά γερμανόφιλες χώρας όταν τις συμπιέσει και άλλο η κρίση θα αναγκαστούν να ξανασκεφθούν τις φιλίες τους.
Επιπροσθέτως και σε αντίθεση από το τρέχον δίλημμα, μέσα ή έξω από το ευρώ, το πρόβλημα μπορεί μελλοντικά να αφορά στην αντιμετώπιση μιας πιθανής εξόδου της Γερμανίας από αυτό.
3. Τα ερωτήματα του Δεκέμβρη του 2008
Η αλλαγές στο εσωτερικό της χώρας αλλά στο διεθνές περιβάλλον εγκλώβισαν μέσα στην Ελλάδα κοινωνικές δυνάμεις που άλλοτε είχαν μεγαλύτερη δυνατότητα διαφυγής ακολουθώντας τον δρόμο της μετανάστευσης ή της ναυτοσύνης, η συμπίεση των χαμηλών εισοδημάτων λόγω της εισαγωγής του Ευρώ και τις ανεξέλεγκτης ανόδου των τιμών, η υπερπροσφορά εργατικών χεριών λόγω της αθρόας εισροής μεταναστών, η εκτρωματική ανάπτυξη του αστικού ιστού την Αττική και η «εξαγωγή» του μοντέλου αυτού στα επαρχιακά αστικά κέντρα, η αποσάθρωση της ελληνικής επαρχίας και τα κοινωνικά ερείπια που δημιουργούνται εξ αιτίας της, η παρεμβολή του πελατειακού συστήματος στις διαδικασίες προσλήψεων της ιδιωτικής οικονομίας, ένας τεράστιος χώρος παραβατικότητας όλων των βαθμίδων που δεν είναι κοινωνικά περιορισμένος αλλά διάχυτος, η αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να απορροφήσει την υπερπαραγωγή μορφωμένων νέων και πολλά άλλα, έχουν δημιουργήσει ένα ευρύτατο κοινωνικό περιθώριο με νέα χαρακτηριστικά που είναι καταθλιπτικά διογκωμένο στις νεαρότερες ηλικίες.
Μια νέα πλειοψηφική κοινωνική συμμαχία δεν μπορεί παρά να απευθυνθεί και να συμπεριλάβει και τις δυνάμεις που ο Δεκέμβρης του 2008 μας έδειξε ότι υπάρχουν και μέχρι τότε ήταν αφανείς ή σιωπηλές.
4. Κάποιες στοιχειώδεις προϋποθέσεις
Η απουσία εγκατεστημένων δομών κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου με θέσεις και επιχειρήματα και μια τεράστια αλληλοκαχυποψία που πλέον συνδαυλίζεται συστηματικά από τις καθεστωτικές δυνάμεις, αποτελούν εμπόδια τα οποία ζητούν την υπέρβαση τους χωρίς την χρονική άνεση του θα ήταν αναγκαία.
Στο πρακτικό επίπεδο είναι εμφανής η έλλειψη ενός περιοδικού που θα έπαιζε το ρόλο που έπαιξε το Αντί τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, όπως λείπει από το στρατόπεδο των δημοκρατικών αντιμνημονιακών δυνάμεων ένας ραδιοφωνικός σταθμός και ακόμη περισσότερο ένας τηλεοπτικός, ίσως μια εταιρεία λαϊκής βάσης με αντικείμενο τα ΜΜΕ να είναι η απάντηση σ’ αυτά τα ερωτήματα.